Μέλιος, Γιαννάκης — (18ος – 19ος αι.). Αναφέρεται και ως Γκίνο Μέλιος. Κλέφτης από την Τριφυλία. Απέκτησε δικό του στρατιωτικό σώμα και συνεργάστηκε με τον Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη. Κυνηγήθηκε μετά τη δολοφονία του τελευταίου και κατέληξε στα Επτάνησα, όπου κατετάγη… … Dictionary of Greek
μέλιος — μέλος limb neut gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… … Dictionary of Greek
ελαιίδες — Οικογένεια δικοτυλήδονων ξυλωδών φυτών η οποία περιλαμβάνει δέντρα, θάμνους, ακόμα και αναρριχώμενα φυτά, της τάξης των λιγουστρωδών. Περιλαμβάνει περίπου 400 είδη των θερμών και εύκρατων περιοχών της Γης και κυρίως της νότιας και ανατολικής… … Dictionary of Greek
μέλεγος — και μέλεος και μελιγός και μελιός, ο, και μελιό, το (Μ μελεός και μελιός, ὁ) το φυτό μελία ή φράξο, φράξινο ή φλαμουριά («κι η βελανιδιά κι ο μέλεγος κι ο νερόχαρος λωτός», Παλαμ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μελία, με αλλαγή γένους] … Dictionary of Greek
καρπός — I (Βοτ.). Το προϊόν στο οποίο μεταμορφώνεται, μετά τη γονιμοποίηση, η ωοθήκη του άνθους. Το γονιμοποιημένο ωοκύτταρο εξελίσσεται σε έμβρυο, οι σπερματικοί χιτώνες που το περιβάλλουν σχηματίζουν το σπερματικό περίβλημα και ολόκληρη η σπερματική… … Dictionary of Greek
μελιό — το βλ. μελιός … Dictionary of Greek
φράξινος — Γένος φυτών της οικογένειας των ελαιιδών. Περιλαμβάνει 64 είδη, που ευδοκιμούν στις εύκρατες περιοχές της Γης. Οι φ. είναι δέντρα με φύλλα αντίθετα και πτεροσχιδή και με λείο υπότεφρο φλοιό. Τα άνθη τους είναι μονογενή ή διγενή και φανερώνονται… … Dictionary of Greek
φυτοπαθολογία — Με την ευρεία έννοια του όρου, είναι η επιστήμη που μελετά τις παθήσεις των φυτών, οποιοιδήποτε και αν είναι οι παράγοντες που τις προκαλούν. Στην πράξη όμως, για διδακτικούς σκοπούς, οι ασθένειες που προκαλούνται από τα ζώα και ειδικά τα έντομα … Dictionary of Greek
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Οίτης (Υπάτης) — Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Εθνικού Δρυμού της Οίτης ιδρύθηκε το 1987 και στεγάζεται σε δύο κτίρια του οικιστικού συγκροτήματος της Μονής Αγάθωνος. Η μονή, που είχε χτιστεί γύρω στο 1400 από το μοναχό Αγάθωνα, χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο των … Dictionary of Greek